-
Ένα αμέτρητο πλήθος ξεχύνεται προς τα καράβια, στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, στο Νοβορόσιισκ. Είναι Μάρτιος του 1920. -
Στα επτά της αποφάσισε ότι θέλει να γίνει μοναχή κι όταν άκουσε τις διηγήσεις για τους περιπλανώμενους Ρώσους προσκυνητές, ζήτησε άδεια από τους γονείς της να ζήσει τον βίο ενός οδοιπόρου, από προσκύνημα σε προσκύνημα. -
Προσδοκώντας ότι θα συναντήσει γνήσιους αγωνιστές ανάμεσα στους εργάτες, ενώ η ίδια φοιτούσε ακόμα στο γυμνάσιο, άρχισε να παραδίδει νυχτερινά μαθήματα για την τέχνη στο εργοστάσιο του Πουτίλοβ, μέχρι που της είπαν ότι ο μόνος λόγος που παρακολουθούν τα μαθήματα είναι για να γίνουν υπάλληλοι και γραφειοκράτες. -
Ξυπνούσαν αργά και ξενυχτούσαν πίνοντας και κουβεντιάζοντας, οργανώνοντας την Επανάσταση. -
Όσο βάθαινε η σχέση της με τον Θεό, τόσο ο ασκητικός της αγώνας αποκτούσε ένταση. Την άσκηση αυτή η Λίζα την κατανοούσε ως καρδιακή προσέγγιση στις ανάγκες των άλλων και ως αγώνα για καλύτερη ανθρώπινη κοινωνία (sobornost). -
Το 1918 η Λίζα εξελέγη δήμαρχος της Ανάπας. -
Τον Μάρτιο εκείνο του 1920, παρά τη λαοθάλασσα στην προκυμαία όπου ζητούσε διαφυγή, η έγκυος Λίζα εξασφάλισε μια θέση στο αμπάρι ενός πλοίου. -
Αλλά η Κωνσταντινούπολη ήταν μόνο ένας σταθμός. -
Ο Δανιήλ Σκομπτσόβ, ο ταξιτζής, της διηγήθηκε όσα πρόλαβε μέχρι το τέλος της κούρσας. -
Ταξίδεψε με τραίνο μέχρι τα Πυρηναία, σε ορυχείο όπου δούλευαν πολλοί Ρώσοι σε άθλιες συνθήκες. -
Έκαναν ουρά στο καπηλειό για να καθίσουν μαζί της να πιουν μια μπύρα και να της πουν τα βάσανά τους. -
Η προσφορά του Τρότσκι και ο προδότης. -
Έτσι και για να «αλιεύσει» κάποια ψυχή, όπως έλεγε, καθόταν σε μπαρ και καφενεία, με πλήρη μοναχική ενδυμασία, με ένα ποτήρι μπύρα στο ένα χέρι και στο άλλο το τσιγάρο, ήταν θέαμα όντως σπάνιο. -
Αυτή τη μοναχή ήξεραν όλοι οι μπακάληδες κι οι μανάβηδες της λαϊκής αγοράς, που της φύλαγαν τα τελευταία ζαρζαβατικά και φρούτα -καλά ή χτυπημένα, λίγο την ένοιαζε-, σε μεγάλες τσάντες να τα κουβαλάει κάθε μεσημέρι για τα καζάνια της σούπας, όπου προσέρχονταν όλο και περισσότεροι, 50, 70, 100, 150... -
Μου λένε οι άνθρωποι ότι δεν φοβάμαι. Κι όμως, φοβάμαι, αλλά δεν μπορώ να κάνω πίσω, γιατί με τραβάει ο Χριστός από το χέρι και με προτρέπει να προχωρήσω. -
Όταν λοιπόν σε αυτό το πελώριο στάδιο συγκεντρώθηκαν οι Εβραίοι, η μητέρα Μαρία δεν χάνει χρόνο. Με πρόσχημα το ψωμί σε σακούλες που την άφηναν να μοιράζει στον συγκεντρωμένο κόσμο, κατάφερε να κρύβει μικρά παιδιά μέσα στους κάδους του καροτσιού κι έτσι μπόρεσε να γλιτώσει 400 παιδιά από τη δεινή ταλαιπωρία και τον θάνατο. -
Τελούσαν τη θεία Λειτουργία καθημερινά σε ένα δωμάτιο του στρατώνα που τον είχαν μετατρέψει σε ναό. Ο πατέρας Δημήτριος χρησιμοποιούσε ένα σχοινί γύρω από τον λαιμό του για πετραχήλι, και για Αγία Τράπεζα είχαν το σώμα των μελλοθανάτων. Ο Ουρανός κατέβαινε στη Γη... -
Αμέτρητα τσιγάρα δημιουργούσαν μια πυκνή ομίχλη στο δωμάτιό της. -
Σε έναν από τους θαλάμους του Ράβενσμπρουκ με τα εκατό κρεβάτια κουκέτες συγκεντρώνονταν γύρω στη μητέρα Μαρία, την κρατούμενη νούμερο 19263, οι ομότυχές της και παρακολουθούσαν με λαχτάρα το υφαντό που δημιουργούσε από όποια κουρελόπανα, σύρματα, καλώδια, άχυρα και κλωστές μπορούσαν να βρουν οι συγκρατούμενές της. -
Η μητέρα Μαρία, ως άλλος άρτος προσφερόμενος και διαδιδόμενος, μοιραζόταν όχι μόνο τις δεινές ικανότητές της στην τέχνη, αλλά και το λιγοστό της ψωμί, τη στοργή, τον παρηγορητικό της λόγο και ό,τι μπορούσε να ανακαλέσει εκ μνήμης από τα Ευαγγέλια και τους βίους των αγίων. -
Μια μέρα, ένα κοριτσάκι περπατούσε στο προαύλιο με τη μητέρα του κρατώντας ένα πάνινο κουκλάκι που του είχαν φτιάξει από κουρέλια οι συγκρατούμενες. Το κουκλάκι ... -
Κύριε, πάνω σε αυτό το στρώμα (άλλο δεν πρόκειται να λάβω) θα ζήσω τις τελευταίες μου εβδομάδες, αργά αργά θα σβήσω. -
Η αγιοκατάταξη της μητέρας Μαρίας έγινε το 2004 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και στη συνέχεια ανακηρύχθηκε αγία και από την Καθολική Εκκλησία. -
Οι φωτιές ξέρω, θα ανάψουν με το χέρι το ψύχραιμο της αδελφής μου, και τα αδέλφια μου θα φέρουν τα καυσόξυλα. Όλη η ζωή, όλη η ζωή, - καυτή και γρήγορη, και η φωτιά μου θα καίει με την ψαλμωδία των αδελφών. Θα υπάρξει μια δίκη πριν το θάνατο, Η δική μου - ανελέητη, όταν μου αφαιρέσουν το μοναχικό μου ένδυμα και το πετάξουν μακριά. Και η κρίση θα με διατάξει να καώ στη φωτιά. Και εκείνη θα είναι η νέα μου ενδυμασία. Απόσπασμα από ποίημα της αγίας Μαρίας που είχε γράψει στις 30/11/1938.
Η Αγία Μαρία Σκομπτσόβα, ένα ανήσυχο και πολυτάλαντο πλάσμα, νεαρή άθεη, ποιήτρια, ζωγράφος, επαναστάτρια, μητέρα, δήμαρχος, και μοναχή αφιέρωσε τη ζωή της στη φροντίδα των κατατρεγμένων.
Εμπνευσμένος από ένα συναρπαστικό κείμενο της Μελίτας Αντωνιάδου, καρπός πολυετούς έρευνας πάνω στη ζωή και το έργο της, ζωγράφισα 24 έργα που συνομιλούν με αυτήν τη μοναδική προσωπικότητα.
Το βιβλίο με όλα τα έργα και το κείμενο μπορείτε να το προμηθευτείτε διαδικτυακά εδώ