Στη θέα μιας απλωμένης μπουγάδας αντικρίζω την πατρίδα μου, το πατρικό μου σπίτι, τα παιδικά μου χρόνια, τη θαλπωρή που μπορεί να δώσει ένας άνθρωπος σε έναν άλλον. Απλωμένα ρούχα σημαίνει ειρήνη, φροντίδα, τρυφερότητα. Είναι είδος υπό εξαφάνιση, μια και μάλλον βολεύει να τα δίνεις στο καθαριστήριο.
Η μπουγάδα είναι η διακριτική δημοσιοποίηση των πιο προσωπικών μας αντικειμένων: εσώρουχα, σεντόνια, πιτζάμες, νυχτικά… Όλα έκθετα στο φως, αλλά σε περιορισμένο κοινό. Είναι απομυθοποίηση η απλωμένη μπουγάδα: Όλοι σε κάποιο σεντόνι θα κοιμηθούμε κάποιο εσώρουχο θα φορέσουμε και οι ποιο ένδοξοι και οι πιο ταπεινοί και οι πιο πλούσιοι και οι πιο φτωχοί. Είναι η μπουγάδα η κοινή μας καταγωγή, είμαστε σχετικώς γυμνοί.
Μπάμπης Πυλαρινός, Αθήνα Νοέμβριος 2009.
Για την έκθεση.
Απλωμένα ρούχα
Κατάπλους στο νησί
Ραντεβού τη νύχτα
Το σπίτι, ο γυρισμός, ο έρωτας…
Μπουγάδα στην ταράτσα στο κέντρο της πόλης
Μπάνιο στην Αθήνα
Ο κήπος του Ισίδωρου στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας του
Χριστούγεννα στο κόσμο. Χριστούγεννα στο σπίτι μας.
Zante Jazz Festival
Απόπλους
Ποδηλατάδα στη Strada Marina
Συναυλία στον Άγιο Νικόλαο του Μώλου τη Μεγάλη Δευτέρα
Νυχτερινό τοπίο
Το σπίτι στο χωριό μες τις ελιές και τ΄αμπέλια
Βαρκάδα
Το καμπαναρίο του Αγίου
Πορτοκαλιά και STOP
Τα απλωμένα ρούχα της ευτυχίας και ο κόμπος του Roden
Strada Marina
Ερωτικό ραντεβού στη σκιά… των άλλων
Βοριάς
Σκηνή στην αποβάθρα
Το φανάρι
Βαρκάδα με την παρέα
Στα στάχυα
Εξάψεις
Το σπίτι μας περιμένει
Η παρέλαση της Πανσελήνου
Ενώ το καράβι βυθίζεται…
Απλωμένα ρούχα στο λιβάδι με τις παπαρούνες
Φθινοπωρινή παραλιακή τοπογραφία
Απο τη βεράντα
Της ραπτικής η πόλη
Το σπίτι μου στην πόλη
Πάρκιν
Το κομμένο κολιέ
Giostra
Κόκκινο καλοκαίρι
Χορός για δύο
Το δωμάτιο μας
Ερωτικό ραντεβού
Ο συνοικισμός μας
Θαλασσινό τοπίο
Μοναχός σε ένα παράδεισο
Η επιστροφή των Ελγίνειων
-
Απλωμένα ρούχα
Ακρυλικό σε καμβά 70×40 εκ. -
Κατάπλους στο νησί
Ακρυλικό σε καμβά 70×25 εκ. -
Ραντεβού τη νύχτα
Ακρυλικό σε καμβά 63×30 εκ. -
Το σπίτι, ο γυρισμός, ο έρωτας…
Ακρυλικό σε καμβά 70×25 εκ. -
Μπουγάδα στην ταράτσα στο κέντρο της πόλης
Όταν το κάπνισμα απαγορεύτηκε, άρχισε να ανεβαίνει συχνά στην ταράτσα και να καπνίζει τα στριφτά του. Τότε διαπίστωσε ότι το ίδιο έκαναν κι άλλοι. Τρεις κοπέλες από το ταξιδιωτικό γραφείο του 2ου ορόφου –εκ περιτροπής βέβαια– και ένας νεαρός από την ασφαλιστική του 5ου. Μετά από τρεις μήνες είχε προλάβει με όλους να ανταλλάξει μερικές κουβέντες. Σιγά σιγά άρχισε να τους συμπαθεί. Αργότερα συνειδητοποίησε ότι ευχαριστιόταν αρκετά την παρέα τους. Και μιας και δούλευαν σε πολυκατοικία που είχε αρκετά διαμερίσματα οικογενειών, διασκέδαζαν συχνά με το να πλάθουν ιστορίες για τους ενοίκους, παρατηρώντας τις απλωμένες μπουγάδες τους. Και τι δεν είχε κατεβάσει το μυαλό τους σε εκείνες τις βιαστικές συναντήσεις! Πόσες παράνομες ή ανήθικες πράξεις δεν είχαν φαντασιωθεί, πόσους απελπισμένους έρωτες, πόσα δάκρυα! Όταν έκοψε το τσιγάρο σταμάτησε να ανεβαίνει. Και τότε διαπίστωσε πως οι νέοι του «φίλοι» άρχισαν να του λείπουν. Ωστόσο ένιωθε πως χρειαζόταν μια καλή δικαιολογία ώστε να συνεχίσει να επισκέπτεται την ταράτσα. Ντρεπόταν να τους πει ότι τους πεθύμησε και πως πια πήγαινε μόνο και μόνο για να τους συναντήσει. Κι έτσι, ενώ το ήθελε πολύ, δεν το συνέχισε. Μονάχα πήγαινε πια στο γραφείο του βαρύθυμος και κατηφής, γιατί ποτέ ξανά δεν είχε κάνει φιλίες που να κράτησαν τόσο μεγάλο διάστημα. Έτσι του φάνηκαν τα πεντάλεπτα που είχε μοιραστεί τυχαία μαζί τους: «μεγάλα διαστήματα». Ώσπου κάποια βράδια, όταν σχόλαγε απ’ τη δουλειά του, άρχισε να ανεβαίνει κρυφά στην ταράτσα για να κοιτάξει κάτω, τον δρόμο, και αναρωτιόταν για το ποια πλευρά του κτηρίου ήταν η πιο κατάλληλη για μια ακίνδυνη προσγείωση της θλίψης του, δηλαδή από ποια θα προκαλούσε το μικρότερο ατύχημα σε τυχών διερχόμενους πεζούς ή οδηγούς. Δύσκολο να το αποφασίσει. Το κτήριο ήταν περικυκλωμένο από πολυσύχναστους δρόμους, οι οποίοι του πρόσφεραν την απαραίτητη παράταση χρόνου ώστε η μία από τις κοπέλες του ταξιδιωτικού γραφείου, που τον αναζήτησε, να προλάβει να τον βρει. Και τότε του είπε πως η καινούργια «παρέα» τους χωρίς αυτόν δεν ήταν πια η ίδια και πως έπρεπε απαραιτήτως να ξαναρχίσει το κάπνισμα. Χωρίς αμφιβολία, αυτό που του μετέφερε ήταν αίτημα όλων. Ανεξαιρέτως. Έτσι ισχυρίστηκε. Κι όμως φαινόταν ξεκάθαρα στα μάτια της πως του έλεγε ψέματα. Πλάτων Μαλλιάγκας Ακρυλικό σε καμβά 80×80 εκ. -
Μπάνιο στην Αθήνα
Ακρυλικό σε καμβά 80×80 εκ. -
Ο κήπος του Ισίδωρου στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας του
«…άνοιξε τη δίφυλλη τζαμόπορτα που έβγαζε στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας για να απολαύσει τη θέα του αγαπημένου του κήπου» Διατηρούσε δυάρι στο ισόγειο που βρισκόταν στην πίσω πλευρά του οικήματος. Την πρόσοψη την καταλάμβαναν καταστήματα. Εκεί, στον ακάλυπτο, σ’ έναν χώρο όχι παραπάνω από πενήντα τετραγωνικά, ο Ισίδωρος είχε οργανώσει έναν μικρό κήπο. Σε όσους είχαν την τύχη να τον δουν από κοντά φαινόταν σαν κομμάτι που αποσπάστηκε από τον κόσμο της φαντασίας». (Απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Πλάτωνα Μαλλιάγκα, «Το πείραμα της Αριάδνης») Πάντοτε με απασχολεί και είναι κυρίαρχη σε αυτή τη σειρά των έργων η ιδέα της δημιουργίας ενός μικρού κλειστού «παραδείσου» μέσα σε αυτό το «σκληρό» και «βάρβαρο» κόσμο που λένε ότι ζούμε. Η δημιουργία δηλαδή μιας «μήτρας» όπως στην αρχέγονη εμπειρία που όλα ήταν ζεστά και ασφαλή .Η ιδέα λοιπόν όπως στο κήπο του Ισίδωρου και όχι μόνο όπου ανάμεσα στις απρόσωπες ψυχρές και καταθλιπτικές πολυκατοικίες ο Ισίδωρος φτιάχνει έναν κήπο μέσα στον οποίο αισθάνεται γαλήνη, πληρότητα, ασφάλεια και απόλαυση. Αυτός ο τρόπος ήταν και είναι στη ζωή μου πρωταρχικός τρόπος επιβίωσης. Ε και όπως κάθε πράγμα στη ζωή έχει πάντα και τη σκοτεινή του πλευρά γιατί και η ανάγκη περιχαράκωσης είναι η αδυναμία να αναμετρηθείς κατά μέτωπων με ότι σε πληγώνει και σε ενοχλεί. Έτσι πολλές φορές έκλεισες πόρτες σε πρόσωπα από τον τρόμο ότι μπορεί να σου « μολύνουν» τον «παράδεισο». Παρόλες τις πιέσεις κατανοητές ή ακατανόητες έχω δημιουργήσει αρκετές «μήτρες», συμβιωτική σχέση, οικογένεια, παρέες, βαθιές φιλίες που μετριούνται σε δεκαετίες, κουκλόσπιτα, μέσα στις οποίες απολαμβάνω όλη την ουσία της ερωτικής τους δύναμης. Γιατί δεν είναι τίποτε άλλο αυτές οι δημιουργίες από ερωτικές φωλιές παράνομες και παράλογες. Γιατί ο θόρυβος του κόσμου τα άσκοπα λόγια, τα χαμόγελα, η κοσμική βουή δεν είναι παρά μια ερωτική ματαίωση και τότε ψάχνεις τη «μήτρα», τη «φωλιά» τον «παράδεισο».Θα τη βρεις; Θα την χτίσεις; Θα αντέξεις την πίεση να μη τους αποκλείσεις; Μπάμπης Πυλαρινός Φθινόπωρο 2009 Ακρυλικό σε καμβά 80×80 εκ. -
Χριστούγεννα στο κόσμο. Χριστούγεννα στο σπίτι μας.
Ακρυλικό σε καμβά 40×57 εκ. -
Zante Jazz Festival
Ένα μαγικό φεστιβάλ στο νησί σε ένα θέατρο μέσα στα κυπαρίσσια, τις λεμονιές και τα λιόφτα. Ακρυλικό σε καμβά 50×50 εκ. -
Απόπλους
Ακρυλικό σε καμβά 90×40 εκ. -
Ποδηλατάδα στη Strada Marina
Ακρυλικό σε καμβά 70×25 εκ. -
Συναυλία στον Άγιο Νικόλαο του Μώλου τη Μεγάλη Δευτέρα
Ακρυλικό σε καμβά 30×40 εκ. -
Νυχτερινό τοπίο
Ακρυλικό σε καμβά 25×35 εκ. -
Το σπίτι στο χωριό μες τις ελιές και τ΄αμπέλια
Ακρυλικό σε καμβά 40×30 εκ. -
Βαρκάδα
Ακρυλικό σε καμβά 35×25 εκ. -
Το καμπαναρίο του Αγίου
Ακρυλικό σε ξύλο 60×240εκ. -
Πορτοκαλιά και STOP
Ακρυλικό σε ξύλο 91×201εκ. -
Τα απλωμένα ρούχα της ευτυχίας και ο κόμπος του Roden
Ακρυλικό σε καμβά 70×25 εκ. -
Strada Marina
Ακρυλικό σε καμβά 50×50 εκ. -
Ερωτικό ραντεβού στη σκιά… των άλλων
Ακρυλικό σε καμβά 57×40 εκ. -
Βοριάς
Ακρυλικό σε καμβά 70×40 εκ. Βοριάς Ακρυλικό σε καμβά 70x40 εκ. Ο πατέρας ήταν αυτοδημιούργητος. Ο πατέρας ήταν επιτυχημένος. Η μητέρα ήταν ευχαριστημένη που ο πατέρας ήταν επιτυχημένος, για το αυτοδημιούργητος δεν νομίζω ότι την ένοιαζε. Μόλις προχτές απέτυχα για δεύτερη φορά να «εισέλθω στο πανεπιστήμιο». Να ακολουθήσω τα χνάρια του. Να βάλω τις βάσεις για μια ζωή χαμένη. – Τι θα κάνεις παιδί μου; με ρώτησε με υποκριτική στωικότητα. Ξέρω ’γω; Θα γράφω ποιήματα, του απάντησα. Και τότε ήρθε η έκρηξη: – Έχω κουραστεί να κάνω το διερμηνέα ανάμεσα στον κόσμο κι εσένα... Μέχρι πρόσφατα βαυκαλιζόμουν με την ιδέα ότι θα ξυπνούσες, τώρα πια διαπιστώνω ότι είναι μάταιο, είπε και έβλεπα τις φλέβες στο λαιμό του να πάλλονται. Μα, τι έκανα επιτέλους για να με μισείς τόσο; – Ως και οι λέξεις που χρησιμοποιείς με αηδιάζουν. Σαν γυναικούλα. Η ζωή είναι αυτή που είναι. Ο κόσμος είναι αυτός που είναι. Εγώ τα έχτισα όλα μόνος μου. Όλα. Μ’ ακούς; Μετά, περίμενα το παιδί μου να κάνει το αυτονόητο και να δώσει μια μικρή σπρωξιά προς τα μπρος. Τίποτα άλλο δεν ήθελα από σένα. Μια μικρή σπρωξιά. Αντιθέτως, εσύ μας φέρνεις όσο πιο πίσω μπορείς. Δεν είναι αδυναμία η δική σου, είναι αρρώστια, είναι μάστιγα για την οικογένειά μας. Δεν τον άφησα να ολοκληρώσει. Γύρισα απότομα και έφυγα. Στη σκάλα ένιωσα τα γόνατά μου να τρέμουν απ’ τα νεύρα μου. Μου δημιουργήθηκε η ακατανίκητη επιθυμία να κλοτσήσω την πόρτα, τη σκάλα, να σπάσω κάτι, να ουρλιάξω. Δεν έκανα τίποτα. Ήρθα στο πατρικό, στο νησί, να μείνω μόνος να σκεφτώ. Τέτοια εποχή, ερημιά. Απέξω λυσσομανά ο αέρας. Βοριάς. Καθισμένος ξανά στη ίδια θέση στο παράθυρο αισθάνθηκα τα μάτια μου να υγραίνουν. Κούνησα το ποτήρι μου νευρικά και έχυσα βότκα στο πουκάμισό μου. Λερώνει άραγε; Έμεινα με τη σκέψη αυτή σαν κάποιος να είχε πατήσει στο μυαλό μου ένα στοπ. Μάλλον όχι, ξεκόλλησα. Λευκή δεν είναι; Τώρα όλη μου η φαιά ουσία συγκεντρώθηκε στο λευκό. Και τα δάκρυα λευκά είναι. Λευκές οι σταγόνες της βότκας, λευκά τα δάκρυα, μέσα μου όμως ένα μεγάλο μαύρο. Ποιητικό αλλά βασανιστικά ρεαλιστικό. Κι απέξω να δυναμώνει ο αέρας, να χαλάει ο κόσμος, τα δέντρα να λυγίζουν τόσο που ήταν σαν να θέλουν να με αγγίξουν. Έκτακτο δελτίο: έντονα καιρικά φαινόμενα, προειδοποιούσαν τα κανάλια. Μέσα, τα κεφάλια μέσα, όλα μέσα, κανείς δεν μπορεί να τα βάλει με τη φύση, κανείς δεν μπορεί να τα βάλει με την παράδοση, με την τάξη των πραγμάτων. Ο βοριάς είναι κακός – υπομονή, σε λίγο θα φύγει. Ανοίγω όλα τα παράθυρα διάπλατα. Απ’ τον πολύ αέρα η κουρτίνα θα σκιστεί. Φύσα, φύσα, βοριά μου, φύσα, μάγκα μου, φύσα και ξερίζωσέ τα όλα, που να πάρει… Είμαι δεκαεννιά χρονών, που να πάρει ο διάβολος, και δεν θα αφήσω κανέναν να φυλακίσει τα όνειρά μου. Φύσα, σύμμαχε και σύντροφε και φίλε. Φύσα. Μιχάλης Σπέγγος -
Σκηνή στην αποβάθρα
Ακρυλικό σε καμβά 40×30 εκ. -
Το φανάρι
Κάποια φωτεινή στιγμή παρατηρώ αυτό που ζω καθημερινά, το συνηθισμένο, το χιλιάδες φορές ιδωμένο, με ένα άλλο βλέμμα, με έναν άλλο τρόπο και μου φαίνεται αυτό το συνηθισμένο, το καθημερινό, καταπληκτικό και μοναδικό. Είναι το προνόμιο του να παρατηρείς τον εαυτό σου σαν να ’ταν κάποιος άλλος. Είναι η ικανότητα να εκτιμάς τα προσωρινώς δεδομένα, να βλέπεις το ποτήρι μισογεμάτο και να χαίρεσαι το τώρα. Αυτή η ενότητα των έργων προσπαθεί να ψελλίσει και να… βιώσει αυτή την πραγματικότητα όπως και στο έργο Το φανάρι που… βλέπει ό,τι βλέπει καθημερινά αλλά με έναν πιο «αγαπητικό» τρόπο, πιο φιλάνθρωπο ίσως και πιο «εικαστικό». Σκύβει στο μηδέν, στο ασήμαντο, σ’ αυτό που εύκολα προσπερνάει κανείς και με σκουντάει να το δω. Να εστιάσω σε αυτό και να προσπεράσω το πρωτότυπο, το γυαλιστερό, το σπουδαίο. Γιατί δεν γίνεται να τα γεννήσεις όλα. Κάποια θα αφήσεις. Γιατί αυτή η διαδικασία προϋποθέτει παραμονή. Τα ταξίδια και οι μετακινήσεις αυξάνονται. Όλοι φανταζόμαστε τον άλλον τόπο που θα μας χαρίσει οτι στερηθήκαμε, μα ο πλούτος ίσως τελικά βρίσκεται στον τόπο, του οποίου το περιβάλλον έχει σμιλέψει το βλέμμα. Αχνοφαίνεται η πατρίδα μας… Ακρυλικό σε καμβά 70×50 εκ. -
Βαρκάδα με την παρέα
Ο Γιώργος παίζει κιθάρα με μεταφυσική θλίψη για την ανείπωτη ευτυχία της στιγμής. Όταν ζεις μια εκστατική εμπειρία, όπως είναι ένα τραγούδι κατά τη διάρκεια μιας βαρκάδας μπροστά στη φωτισμένη πόλη, παίρνεις καμιά φορά μια απόσταση από το γεγονός και το παρακολουθείς σαν να μην μετείχες. Καμιά φόρα μπορεί να σκέφτεσαι ότι… η ζωή είναι ωραία. Η πτήση αυτή πάνω από το γεγονός περιέχει και ένα ποσοστό θλίψης. Είναι η ένωση με τους άλλους τόσο δυνατή που ο θάνατος, ο οριστικός χωρισμός, περνάει αδιόρατα μπροστά σου και σε κάνει να βουρκώνεις. Ακρυλικό σε καμβά 60×40 εκ. -
Στα στάχυα
Ακρυλικό σε καμβά 30×50 εκ. -
Εξάψεις
Ο ποιητής π. Παναγιώτης Καποδίστριας έγραψε με αφορμή τη σειρά των έργων «Η Γιορτή» το ποίημα «Εξάψεις». Καλλιτεχνικό πιγκ πογκ, με αφορμή τις ποιητικές, οι «Εξάψεις» οι εικαστικές. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ΕΞΑΨΕΙΣ Με αφορμή τη «Γιορτή» του Μπ. Πυλαρινού// Αν -ο μη γένοιτο- οι εξάψεις κατακάτσουν της Γιορτής// κράτα μου εμένα// το προσωπάκι της ελπίδας ολοφέγγαρο// βρέξει χιονίσει// //τον αερόστατο έρωτα τυφλό πάνω απ’ τη θλίψη// ιστιοφόρο το καρπούζι μεσοκάναλα// και δε συμμαζεύεται // πορτοκαλί απόπειρες φωτός να πουν αλήθειες.// Αν -ο μη γένοιτο-// χαρά να λάμπει κράτα μου// και παραμύθια // στον βύθιο δράκοντα μην επιτρέψεις.// (Π.Κ., Μπανάτο, 6-7.11.2008)// Ακρυλικό σε καμβά 30×60 εκ. -
Το σπίτι μας περιμένει
Ανέμελο φύσηξε ένα αεράκι Ανάμεσα στα φρεσκοπλημένα ρούχα Άρωμα πράσινου σαπουνιού, λεβάντας και γιαγιάς, Γιαγιά μου! .. ήμουν μικρή αχτίδα κόρη του Ήλιου που ήθελε λίγο να ξεφύγει απο την οικογένεια τα πρέπει και τα μη ! Μου αρέσει πολύ να ταξιδεύω, να φωτίζω και να ζεσταίνω τους ανθρώπους, τα ζώα, τα φυτά. Μα πιο πολύ απο όλα μου αρέσει να δροσίζομαι πάνω στα φρεσκοαπλωμένα ρούχα, στις αυλές και τις ταράτσες! Να τρυπώσω στις ποδιές των κυράδων εκεί που είχαν τα μανταλάκια τους και να ακούω τις ιστορίες τους, τα γέλια και τα τραγούδια τους καθώς άπλωναν τα ρούχα. Να στέκομαι στη άκρη του σκοινιού και να διαλέγω. Πότε εμπριμέ υφάσματα…σαν βολτούλα σε ανθισμένους κήπους. Πότε ριγέ σαν τις κάλτσες του κλόουν, ή τη μπλούζα του γονδολιέρη στη Βενετία. Πότε καρρό σαν τις σκακιέρες. Πότε κατάλευκα πλεχτά και αραχνοϋφαντα σαν τις φεγγαροαχτίδες που τις νύχτες κρυφά ονειρευόμουν. Καθώς περνούσαν οι μέρες κι εγώ όλο μεγάλωνα και γινόμουν πιο δυνατή, πιο ανεξάρτητη, σε ένα απο τα ταξίδια μου, βρήκα μια φρεσκοαπλωμένη μπουγάδα, που λαμποκοπουσε τόσοοο πολύ;;; Ζήλεψα και ζύγωσα πιότερο να δω απο κοντά! Ήταν σε μια ψυλή ταράτσα ανάμεσα σε γκρί τεράστια κτίρια, που το μπλέ του ουρανού χανόταν, έννιωσα πολύ άβολα… μέχρι που ανάμεσα στα απλωμένα ρούχα βρήκα αχ! Ένα σεντόνι! Ένα σεντόνι σκέτη ζωγραφιά. Το μπλέ της θάλασσας, το γαλάζιο του ουρανού ο Ήλιος και η σελήνη αντάμα, μπόλικες παπαρούνες κι ένα αγόρι μ΄ένα χαρταετό στο χέρι. Όλα τα χρώματα και οι μυρωδιές όλα εκεί, σ΄ένα σεντόνι! Απο τότε διάλεγα να μένω εκεί, πήρα φόρα και τσουφ… τρύπωσα στο χέρι του αγοριού που κρατούσε σφηχτά τον σπάγγο του χαρταετού… και έτσι μαζί του ταξίδεψα. Ελένη Τουρκάκη Ακρυλικό σε καμβά 50×70 εκ. -
Η παρέλαση της Πανσελήνου
Ακρυλικό σε καμβά 40×50 εκ. -
Ενώ το καράβι βυθίζεται…
Το φαιδρό το γελοίο ενώ το καράβι βυθίζεται προσπαθώ να ζήσω με φόντο το ζόφο. Έργο που ζωγράφισα τις μέρες της άνοιξης του 2010 όταν ξεκίναγε το σήριαλ της οικονομικής κρίσης. Διασυρμός, γελοιότητα, ζόφος. Ακρυλικό σε καμβά 50×70 εκ. -
Απλωμένα ρούχα στο λιβάδι με τις παπαρούνες
Μπουγάδα Την ξετύλιξα άτσαλα και σηκώθηκα στις μύτες σε συνεκτικές σιωπές την ακούμπησα ρωγμή από υλικό παροξυσμών μακριά σαν σύρμα Άπλωσα εικόνες που μόνο ως ενδεχόμενα (: αυτο-ακρωτηριάστηκα) Τετράστιχα Μεσονυχτίων της Λέβερτοφ και δίσκοι εξαντλημένοι κρεμάστηκαν αυταπάτες σχοινοβατώντας άλλαξαν στρατόπεδο φιλήσυχοι φόβοι εξεγέρθηκαν και συγκεντρώθηκαν απειλητικά στη τσαλακωμένη ασυνέχεια Απώλεια εγκάρσια βαθαίνει διαρκώς και χτίζοντας τρίτη διάσταση στην απουσία την κομματιάζει ------------------------------------------------------------------ Χαράλαμπος Ν. Κακολύρης Το 2017 το ποιήμα μελοποιήται απο την Αλεξάνδρα Κλάδη https://youtu.be/Lh31eBq7tvo Ακρυλικό σε καμβά 60×80 εκ. -
Φθινοπωρινή παραλιακή τοπογραφία
Ακρυλικό σε καμβά 50×70 εκ. -
Απο τη βεράντα
Ακρυλικό σε καμβά 25×70 εκ. -
Της ραπτικής η πόλη
Για την Ε. Ακρυλικό σε καμβά 50×70 εκ. -
Το σπίτι μου στην πόλη
Ακρυλικό σε καμβά 30×40 εκ. -
Πάρκιν
Για να δείτε την Όλια Λαζαρίδου να διαβάζει το διήγημα του Δημήτρη Μάργαρη «Parking» κάνετε κλικ πάνω στο έργο. Όταν ήμουν μικρός, συνήθιζα να περνώ αρκετές ώρες της ημέρας στην αλάνα που βρισκόταν σχεδόν απέναντι από το σπίτι μου. Σε εκείνη την αλάνα, μαζί με μια ντουζίνα πιτσιρίκια της ηλικίας μου, όλα ορμώμενα από τα γειτονικά σπίτια, ο χρόνος αποκτούσε μια διαφορετική υπόσταση και το παιχνίδι έμοιαζε να είναι η μοναδική ουσιώδης δραστηριότητα στον κόσμο. Ή τουλάχιστον, στο δικό μας κόσμο. Δίπλα στην αλάνα βρισκόταν ένα πάρκινγκ αυτοκινήτων. Ένα συνηθισμένο, σχετικά μικρό πάρκινγκ, που τότε όμως έμοιαζε τεράστιο στα μάτια μας, τόσο τεράστιο όσο και η περιέργειά μας. Ένα από τα παιχνίδια που μας άρεσαν, όταν είχαμε κουραστεί πια να κλοτσάμε μπάλες ή να τρέχουμε τριγύρω, ήταν να κρυβόμαστε πίσω από τον πέτρινο τοίχο που το χώριζε από την αλάνα και να παρατηρούμε τους επισκέπτες του πάρκινγκ, τους οδηγούς και τους επιβάτες των αυτοκινήτων που κατέφταναν, πλάθοντας ιστορίες και προσπαθώντας να μαντέψουμε από πού έρχονταν και ποιος ήταν ο προορισμός τους. Έχοντας μάλιστα κάποιες φορές παρατηρήσει τυχαία ορισμένους από αυτούς να έρχονται στο πάρκινγκ λυπημένοι και να επιστρέφουν χαρούμενοι, αλλά και το αντίθετο, παρόλο που οι περισσότεροι δεν παρουσίαζαν καμιά ιδιαίτερη διαφορά, είχαμε ήδη ένα πρώτης τάξεως ερέθισμα για τις μυθοπλασίες μας, οι οποίες πολλές φορές κατέληγαν σε στοιχήματα του τύπου: «Τον βλέπεις αυτόν με το μαύρο μπουφάν; Τώρα φαίνεται στεναχωρημένος. Στοιχηματίζω πως όταν επιστρέψει, θα έχει ένα χαμόγελο μέχρι τα αφτιά! Πάει το στοίχημα;». Φυσικά, τις περισσότερες φορές, όταν οι επιβάτες επέστρεφαν, εμείς είχαμε ήδη ξεχάσει τις ιστορίες μας και τα στοιχήματα, τρέχοντας πίσω από κάποια πολύχρωμη μπάλα, αλλά αυτό δεν μας προβλημάτιζε καθόλου, ίσως γιατί η φαντασία μας είχε ήδη ικανοποιηθεί, έχοντας λάβει το δικό της μερίδιο από την καθημερινότητά μας. Στο πέρασμα των χρόνων, η γειτονιά μας άλλαξε και μαζί με αυτήν αλλάξαμε κι εμείς. Μεγαλώσαμε, αντικαταστήσαμε το παιχνίδι με διάφορες πιο «σοβαρές» ασχολίες, εγκαταλείψαμε την αλάνα και πήραμε τη θέση των βιαστικών οδηγών που άφηναν τα οχήματά τους στο πάρκινγκ, δίχως να γνωρίζουμε αν τώρα κάποια άλλα παιδιά στοιχημάτιζαν και έπλαθαν ιστορίες, για εμάς πλέον. Σήμερα το μεσημέρι γύρισα εσπευσμένα στο σπίτι από το γραφείο, για να πάρω κάποια έγγραφα που χρειαζόμουν και να επιστρέψω στην εργασία μου. Άφησα, όπως πάντα, το αυτοκίνητό μου στο πάρκινγκ και κίνησα σκυθρωπός για την είσοδο της κατοικίας μου. Όταν ξαναβγήκα με τα έγγραφα στα χέρια, έξω ακριβώς από την πόρτα με περίμενε ένας πιτσιρικάς όχι πάνω από 10 χρονών. «Κύριε, θα πάτε στο πάρκινγκ για να πάρετε το αμάξι σας;» με ρώτησε. Του απάντησα καταφατικά και συνέχισε: «Σας παρακαλώ, μήπως μπορείτε να επιστρέψετε χαμογελαστός; Θα μου κάνετε μεγάλη χάρη, γιατί όταν ήρθατε φαινόσασταν αγχωμένος, αλλά εγώ στοιχημάτισα ότι θα γυρίσετε χαρούμενος». Πριν από μισή ώρα περίπου, ήρθα ξανά στο σπίτι. Νύχτα, πλέον. Μόνο που δεν επέστρεψα από την εργασία μου, αλλά από την αλάνα δίπλα στο πάρκινγκ. Τηλεφώνησα στο γραφείο, είπα πως δεν αισθάνομαι καλά και πέρασα όλο το απόγευμα μαζί με τον πιτσιρικά και την παρέα του, παρατηρώντας τους οδηγούς, πλάθοντας ιστορίες και βάζοντας στοιχήματα. Βέβαια, δεν κέρδισα σε κανένα. Σκέφτηκα πως ίσως, ύστερα από τόσα χρόνια, να έχασα τη φόρμα μου. Ή τη φαντασία μου. Όταν, όμως, το είπα αυτό στους πιτσιρικάδες, μου απάντησαν ότι εμείς οι μεγάλοι δεν έχουμε χάσει τη φαντασία μας. Απλώς την έχουμε κρύψει κάπου και δεν θυμόμαστε πια πού είναι. Ελπίζω να είναι έτσι ακριβώς και να θυμηθώ σύντομα πού έκρυψα τη δική μου. Θα μου χρειαστεί, άλλωστε, αύριο το απόγευμα. Κρίμα θα είναι να μην κερδίσω σε κανένα στοίχημα για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα… Δημήτρης Μάργαρης Ακρυλικό σε καμβά 30×40 εκ. -
Το κομμένο κολιέ
Ακρυλικό σε καμβά 40×60 εκ. -
Giostra
Ο Φίλιππος είχε μπει από καιρό στα είκοσι, μα, παρά το ελπιδοφόρο του όνομα, ποτέ δεν είχε ανέβει σ’ άλογο. Το περήφανο αυτό ζώο, μάλιστα, το γνώριζε μονάχα από το κόνισμα των έφιππων Αγίων Θεοδώρων, του Τύρωνα και του Στρατηλάτη, που η νόνα του είχε κρεμάσει, σαν κειμήλιο του προσεισμικού τους σπιτιού, το μοναδικό που διασώθηκε από την θεομηνία, στο δωμάτιό της, απέναντι από το κρεβάτι της, για να θυμάται τον άντρα της, δέκα χρόνια πεθαμένο, ο οποίος έφερε τ’ όνομά τους. Παρ’ όλα αυτά φέτος, για τα λαδοπράσινα μάτια και το καλλίγραμμο κορμάκι της τελευταίας του αγάπης, μιας μικρής μαθήτριας της δευτέρας Λυκείου – «πλάσμα» την έλεγε – αποφάσισε να τρέξει στην Γκιόστρα και να κερδίσει τ’ ασημένιο σπαθί. Σκέτη τρέλα, βέβαια, μα η εφηβεία στ’ αγόρια κρατά κάτι περισσότερο και ωριμάζουν με καθυστέρηση. Της το ’χε τάξει μάλιστα: «Αν δεν πάρω τον κρίκο, για πάρτη σου», της είπε, πίνοντας καφέ στο κεντρικό «San Marco» της πόλης τους, «χωρίζουμε για πάντα». Κι’ ο χωρισμός ήταν γι’ αυτόν άωρος θάνατος κι’ ας τον προκαλούσε ο ίδιος. Για μήνες τον είχαν χάσει οι φίλοι του. Απομονωμένος σ’ άγνωστο μέρος, προσπαθούσε να κάνει το βαπτιστικό του πραγματικότητα και την ουτοπία του αλήθεια. Κόλλημα το ’βλεπε η παρέα του, όμως αυτός εκεί, βρέχει χιονίσει, εξαφανιζόταν και προπονιόταν. Κι’ η μέρα ήρθε. Έφτασαν οι Απόκριες, το Καρναβάλι. Η Πλατεία Ρούγα, λίγο μετά τ’ απομεσήμερο του τελευταίου Σαββάτου, γιόμισε χρώματα αναμνήσεων, φωνές εκτόνωσης, ήχους τυμπάνων, κελεύσματα σαλπίγγων κι’ απόηχους πετάλων. Η κατάληξη στο ξέφωτο, όπου ο ανδριάντας του εθνικού μας ποιητή και τα ποθητά δαχτυλίδια, κρεμασμένα από το ξύλινο «Γ», που αν τα κέρδιζε, θ’ αποκτούσε και το δικαίωμα της ευτυχίας και το έπαθλο της αποκλειστικότητας. Δεν κατάλαβε και πολλά, γιατί η εμπειρία του πρωτάρη είναι σχεδόν πάντα μεταφυσική και μυθική. Βλέπεις σ’ αυτήν τη ζωή σου, σαν να την παρακολουθείς σε πλούσια υπερπαραγωγή. Θυμάται άλογα να τρέχουν σαν αερικά, μαζί με το δικό του, βαθμολογίες ν’ ακούγονται ακατάπαυστα, επευφημίες να πλανιούνται, βρισιές ν’ απειλούν πολύ κοντά του, σημαίες ν’ ανεβοκατεβαίνουν περίτεχνα και τέλος τ’ όνομά του, ανέλπιστο για τους πολλούς, μα φυσικό για εκείνον, ν’ διαλαλιέται από τα μεγάφωνα κι’ αυτός να τρέχει, ν’ ανεβαίνει στο πάρκο, να υψώνει πανηγυρικά τα χέρια του, με τις ξυρισμένες μασχάλες, να ψάχνει το «πλάσμα» του κι’ αυτό να βρίσκεται ανέλπιστα πισωκάπουλα, με τα χέρια δεμένα στη μέση του, πριν τα χείλη τους ενωθούν κι’ η γυμνή αλήθεια του φανερωθεί, επάξια κερδισμένη. Το σπαθί που κρεμόταν στον τοίχο του σαλονιού δεν του ’λεγε τίποτα στη συνέχεια. Αυτός πια γνώριζε καλά την πολυδιάστατη μορφή της Γκιόστρας! Ήταν πράγματι ένας φιλήδονος Φίλιππος. Διονύσης Φλεμοτόμος Ακρυλικό σε καμβά 40×57 εκ. -
Κόκκινο καλοκαίρι
Ακρυλικό σε καμβά 25×70 εκ. -
Χορός για δύο
Ακρυλικό σε καμβά 40×40 εκ. -
Το δωμάτιο μας
Ακρυλικό σε καμβά 40×40 εκ. -
Ερωτικό ραντεβού
Ερωτικό ραντεβού, και ο έξω κόσμος με έναν τρόπο συμβάλει στη συνάντηση. Δεν συμβαίνει πάντα. Άλλες φορές ο έξω κόσμος φαίνεται τόσο ξένος. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ακρυλικό σε καμβά 40×40 εκ. -
Ο συνοικισμός μας
Ακρυλικό σε καμβά 40X50 εκ. -
Θαλασσινό τοπίο
Ακρυλικό σε καμβά 50×50 εκ. -
Μοναχός σε ένα παράδεισο
Ακρυλικό σε καμβά 30×40 εκ. -
Η επιστροφή των Ελγίνειων
Ακρυλικό σε καμβά 150X100 εκ.