«Μια σταγόνα λάδι στο φάρο της Τέχνης…
ή
Η Έκθεση Ζωγραφικής του Μπάμπη Πυλαρινού στο
Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Ζακυνθίων»
(Σάββατο 26 /11–Κυριακή 4 /12 /2005)
Της Κατερίνας Δεμέτη
«…Γιατί η μεγάλη διάκριση δεν είναι ανάμεσα στους πολύ μεγάλους και στους μικρότερους τεχνίτες, που ξεκινά τις περισσότερες φορές από μια εγκυκλοπαιδική ή μια τουριστική διάθεση, αλλά ανάμεσα σ’ εκείνους που έφεραν έστω και μια σταγόνα λάδι στο φάρο της τέχνης, και σ’ εκείνους που η ύπαρξή τους είναι για την τέχνη αδιάφορη. Το πρώτο ζήτημα δεν είναι ποιος είναι μεγάλος και ποιος είναι μικρός, αλλά ποιος κρατάει την τέχνη ζωντανή.»
Γ. Σεφέρης, Δοκιμές, τ. 1ος, Θεόφιλος
Αν στα λόγια του Σεφέρη όπου Τέχνη βάλουμε τη λέξη Τέχνη για τη Ζάκυνθο, τότε θα μπορέσουμε να δούμε τα έργα του Μπάμπη Πυλαρινού, που εκτίθενται στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Ζακυνθίων, μέσα στην πραγματική τους διάσταση.
Η πραγματικότητα στα έργα αυτά δε είναι η εικαστικά βιωμένη πραγματικότητα κάποιου που απλά ζωγραφίζει.
Είναι η πραγματικότητα κάποιου που εμπνέεται από την Ιστορία του νησιού του, που αναπνέει με αυτήν, που νοσταλγεί το παρελθόν και φιξάρει με το χρώμα του το παρόν, σε μια ακίνητη παράσταση εικαστικής μνήμης, μεταφέροντας έτσι μια σταγόνα λάδι στο φάρο της τέχνης της Ζακύνθου.
Μέσα από βεντούτες της πόλης, απόψεις του λιμανιού, γειτονιές, την Πλατεία Σολωμού, το Θέατρο, ιστορικά μνημεία σε τοπία φυσικά και από φωτογραφικής μνήμης, κρατάει την Τέχνη για τη Ζάκυνθο ζωντανή αφού Όλα είναι Ζάκυνθος, παντού Ζάκυνθος…
Ο κόσμος του είναι ευδαιμονικός, ήσυχος, μ’ ένα δικό του εσωτερικό ρυθμό.
Στα έργα του αναβιώνουν με μεγάλη αμεσότητα και σα να πρόκειται για ένα αναλλοίωτο και συνεχές παρόν, τα σημαντικότερα μνημεία της ζακυνθινής ιστορίας: το Μοναστήρι στα Στροφάδια, η Σκοπιώτισσα, ο Άγιος Γιώργης στα Γκρεμνά, η Παναγία η Κρυονερίτισσα. Μαζί με τις εκκλησιές και τα μοναστήρια, αποτυπώνει και ζωγραφικά «ενσταντανέ» από τον Κόκκινο Βράχο, τον Άγιο Παύλο, τη Σαρτζάδα.
Τα μνημεία σ’ αυτόν τον κόσμο λειτουργούν αυθύπαρκτα. Έχουν τη δική τους εσωτερική ζωή, μια ζωή ήρεμη, αυτόνομη, μακριά από της τουριστικής βαβούρας την αγχωτική σύγχρονη καθημερινότητα.
Χωρίς καταπίεση από την προοπτική, τη σκιά και τις αναλογίες συναντάμε στα έργα αυτά την αυθεντική νοσταλγία των ναΐφ που τους επιτρέπει να υπερσκελίζουν το παρόν και να βρίσκουν στο παρελθόν το Χαμένο Παράδεισο.
Έξω από το χρόνο, με ευαισθησία, παρατηρητικότητα και πλαστικό δυναμισμό, μας ξαναδίνει μ’ ένα ολότελα πηγαίο και αυθόρμητο τρόπο τα σπουδαιότερα μνημεία του ιστορικού μας παρελθόντος.
Όλα χρυσωμένα από την πατίνα του χρόνου (Άγιος Γεώργιος των Φιλικών, Παλιά Βρύση, Παναγία στα Πηγαδάκια) ξαναζούν χάρις στην περιεκτικότητα του μοτίβου, την ελεγχόμενη χρωματική γκάμα και τον ψυχισμό της έκφρασης.
Το προσωπικό του στυλ δε διαφοροποιείται στην ουσία του είτε ζωγραφίζει το Θέατρο του Τσίλλερ είτε ζωγραφίζει τον Πύργο του Δομενεγίνη.
Από την αρχή μέχρι το τέλος διατηρεί αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά του, το ύφος του.
Παρατηρώντας τους πίνακες από κοντά διαπιστώνουμε την ωραία αίσθηση του χρώματος σε μια χρωματική γκάμα ήπιων τόνων, γεμάτη ευαισθησία και ποιότητα.
Τα φωτεινά ξανοίγματα του ουρανού, τα φωτογραφικής πνοής στυλιζαρίσματα, και οι γεωμετρισμοί ή οι απλοποιήσεις στο σχέδιο, όλα μας οδηγούν στο ν’ αναγνωρίσουμε στο έργο του Μπάμπη Πυλαρινού την καταβολή του γνήσιου ναΐφ.
Με αμεσότητα και ειλικρίνεια, μακριά από προβληματισμούς και επίτευξη, ο Μπάμπης Πυλαρινός μας αποκαλύπτει ένα Χαμένο Παράδεισο, αυτόν που το πνεύμα της εποχής μας τείνει να εξουδετερώσει.
Υπάρχει όμως. Εξακολουθεί ο Παράδεισος αυτός να ζει μέσα στη φαντασία των ζωγράφων για να μας αφυπνίζει κάθε φορά που προσπαθούμε όλα να τα καλύψουμε με «rooms to let».
Γιατί ο Μπάμπης δε φοβάται το ΚΕΝΟ. Και γιατί άλλωστε να το φοβηθεί; Μπορεί να γεμίσει το μουσαμά του με ιστορία, ευαισθησία, ανθρωπιά και ζεστασιά.
Γιατί ο Μπάμπης Πυλαρινός ενδιαφέρεται για τον παράγοντα «χώρο», ενώ ο παράγοντας «χρόνος» και «εποχή» τον αφήνει αδιάφορο.
Είναι ένας γνήσιος οραματιστής-ναΐφ, που η σιωπή του γεννά εικόνες.
Και μαθαίνουμε από τα έργα του.
Δεν είναι παρ’ όλα αυτά ο διδακτισμός του στείρος γιατί δεν τον ενδιαφέρει να μας διδάξει. Αποτυπώνοντας στο μουσαμά διαχρονικά τα μνημεία που αποτυπώνουν το ιστορικό παρελθόν, τα φωτίζει στο παρόν και τα ξανοίγει στο μέλλον.
Και ο διδακτισμός του είναι πηγαίος αφού μας βοηθά να σταθούμε στο σημαντικό, που είναι τα μνημεία μας, το λιμάνι μας, η παράδοσή μας τελικά, χωρίς 4χ4 και φωτεινές επιγραφές νέον.
Γι’ αυτό ο φάρος της Τέχνης για τη Ζάκυνθο ζωήρεψε με το λάδι των έργων του Μπάμπη και του είμαστε βαθιά ευγνώμονες γι’ αυτό…